Συνέντευξη στην «Αυγή» και στον Σπύρο Κακουριώτη
Όχι, δεν είναι οργισμένος ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, που στις 9 Νοεμβρίου ετοιμάζεται για ένα φθινοπωρινό ραντεβού με τους φίλους των τραγουδιών του... Περισσότερο στοχαστικός ίσως, αλλά πάντα ζωντανός και πάντα έτοιμος να ονειρευτεί έναν καλύτερο κόσμο.
Άλλωστε, όπως κι ο ίδιος λέει στη συνέντευξή του στην "Α", η οργή ποτέ δεν πήγε μακριά ούτε την τέχνη ούτε την κοινωνία. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως μασάει τα λόγια του απέναντι στην καθημερινότητα που βιώνει γύρω του, μη διστάζοντας να πει πως "είμαστε ρατσιστές απέναντι στο πετσί μας το ίδιο"...
* Την επόμενη Παρασκευή θα βρεθείτε στον Σταυρό του Νότου, μαζί με μια μπάντα εξαιρετικών μουσικών. Πώς έχετε σκεφτεί το πρόγραμμα αυτών των συναυλιών; Τι θα πρέπει να περιμένουν οι φίλοι της μουσικής σας;
Θα κάνουμε αυτό που κάνουμε πάντα: θα παίξουμε τραγούδια. Τραγούδια από τη δισκογραφία μου, καθώς και διασκευές, σε ένα ηλεκτρικό πρόγραμμα. Οι ζωντανές εμφανίσεις όμως δεν είναι ζωντανές αν απλά αναπαράγει κανείς το υλικό, χωρίς να βρίσκεται ο ίδιος 100% μέσα στην κάθε νότα, μέσα στην κάθε λέξη. Οι καιροί αλλάζουν, αλλάζουμε κι εμείς μαζί. Ποτέ δεν παίζουμε με τον ίδιο τρόπο ένα τραγούδι -την επόμενη μέρα είμαστε άλλοι. Αλλάζει και το τραγούδι μαζί μας. Η «ζωντανή εμφάνιση» προϋποθέτει ζωντανούς καλλιτέχνες και ζωντανό υλικό. Και οπωσδήποτε ζωντανούς ακροατές, ευαίσθητους, ανήσυχους και απαιτητικούς.
* Πριν από λίγο καιρό κυκλοφορήσατε μια ανθολογία τραγουδιών σας στη διεθνή αγορά, το Local Stranger. Τι απήχηση είχε στο διεθνές κοινό;
Δεν έγινα και κανένας διεθνής σούπερ σταρ, δεν ήταν αυτός ο στόχος. Για να προκύψει κάτι τέτοιο σήμερα χρειάζονται άλλοι μηχανισμοί, άλλοι προγραμματισμοί, άλλη κατεύθυνση ζωής και, πιθανότατα, άλλο ταλέντο. Αγαπήθηκαν όμως τα τραγούδια από αρκετούς ξένους. Κάποιοι από αυτούς ενδιαφέρθηκαν και γενικότερα για τις μουσικές του τόπου μας, καθώς και για άλλους Έλληνες καλλιτέχνες. Μερικοί άρχισαν να μαθαίνουν ελληνικά, ή να επισκέπτονται τη χώρα μας. Αυτό συνέβαινε και πριν την κυκλοφορία του Local Stranger, ειδικά στις χώρες όπου κάνουμε συναυλίες συχνότερα.
* Άραγε, όποιος επιλέγει να παραμείνει local, αφοσιωμένος σε έναν τόπο και μια παράδοση, είναι καταδικασμένος να παραμείνει stranger, ξένος για τους άλλους;
Ίσα-ίσα, όποιος εκφράζει και εκφράζεται μέσα από την προσωπική του παράδοση (υπάρχει κι αυτή και είναι καθοριστική) ή και την παράδοση του τόπου όπου έζησε, έχει περισσότερες πιθανότητες να μιλήσει στους άλλους. Βλέπω, ας πούμε, σε μεγάλα φεστιβάλ του εξωτερικού, τους αμιγώς παραδοσιακούς μουσικούς, απ' όπου και αν προέρχονται, να γίνονται πιο άμεσα αποδεκτοί από το κοινό απ’ ό,τι εμείς οι υπόλοιποι. Η δυσκολία στην επικοινωνία αρχίζει όταν παλεύουμε να γίνουμε όλοι ίδιοι. Τότε γινόμαστε προβλέψιμοι και βαρετοί. Η παράδοση, σαν εφόδιο ελευθερίας, καινοτομίας και δημιουργίας και όχι σαν μουσειακή φυλακή, είναι ο ιδιαίτερός μας χαρακτήρας. Είναι μια δύναμη που λειτουργεί αυτόματα, όσο είμαστε ο εαυτός μας. Όταν την επικαλούμαστε με το ζόρι, καταντάμε κιτς.
* Στην αρχή της φετινής χρονιάς είχατε δημοσιεύσει μια ανοιχτή επιστολή προς έναν Ευρωπαίο, οργισμένος για την συχνά προσβλητική αντιμετώπιση της χώρας μας. Εξακολουθείτε να είστε το ίδιο οργισμένος;
Δεν ήμουν οργισμένος. Λυπημένος, προβληματισμένος και ανήσυχος ήμουν. Στο εξωτερικό, όσοι διάβασαν μεταφρασμένη την επιστολή (και πρώτος ο Robert, ο αποδέκτης της), το αναγνώρισαν αυτό αμέσως. Σπάνια οργίζομαι. Γι’ αυτό και δεν γράφω, ούτε και ακούω «οργισμένα τραγούδια». Μου φαίνονται προφανή, βαρετά και αδιέξοδα. Στο Μεξικό, τα επαναστατικά τραγούδια των Ζαπατίστας μόνο ομορφιά έχουν μέσα τους και όνειρο. Τα τραγούδια του Ισπανικού Εμφυλίου το ίδιο. Τα πολύ λίγα ωραία δικά μας αντάρτικα, όσα δηλαδή δεν «πάτησαν» σε σοβιετικά ή σε άλλα εμβατήρια, επίσης εξαιρούν την οργή από τα συστατικά τους. Το ίδιο και τα τραγούδια του Θεοδωράκη ή του Μαρκόπουλου και οι στίχοι του Ελευθερίου ή του Γκάτσου. Γι’ αυτό και η κορύφωση της οργής των πολιτών, όποτε κι αν έρθει, δεν πιστεύω πως θα φέρει κάτι καλύτερο. Ίσως το φέρει η στιγμή που θα ονειρευτούμε τον κόσμο όπως τον θέλουμε. Κι ας ακούγεται φλώρικο αυτό. Η μαγκιά και το «έξω απ’ τα δόντια» δεν πήγαν μακριά ούτε την τέχνη ούτε την κοινωνία.
* Συνεχίζει να υπάρχει ανάγκη για μεταστροφή της διεθνούς κοινής γνώμης απέναντι στην Ελλάδα; Τι διαπιστώσατε από τις συναυλίες σας στο εξωτερικό;
Υπάρχει συνεχής ανάγκη μεταστροφής της κοινής γνώμης απέναντι στην Ελλάδα. Και μάλιστα, σήμερα ακόμα περισσότερο απ’ ό,τι πέρσι ή πρόπερσι. Γιατί τώρα, μετά το αρχικό «ξάφνιασμα», παγιώνονται κάποιες αντιλήψεις, κάποιες εικόνες για τον τόπο μας και τους ανθρώπους του. Όλα αυτά καταγράφονται σαν δεδομένα στο μυαλό των άλλων λαών και σε λίγο καιρό θα πρέπει να συμβεί κάτι συγκλονιστικό για να τα ανατρέψει.
* Εκτός από τα τραγούδια σας, έχετε συνθέσει και έργα για ορχήστρα και χορωδία. Υπάρχουν όρια στα μουσικά είδη με τα οποία μπορεί να εκφραστεί ένας καλλιτέχνης;
Τα όρια τα βάζει η ζωή, δηλαδή οι αναφορές μας, οι αγάπες μας, οι ανάγκες και οι επιθυμίες μας. Πρέπει να αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου μέσα σε ένα μουσικό είδος. Να αγαπάς τα μυστικά του, όπως αγαπάς τα μυστικά του σπιτιού σου. Να επιστρέφεις τρέχοντας σ’ αυτό, όπως επιστρέφεις σπίτι όταν έξω βρέχει καταρρακτωδώς, ή όταν κινδυνεύεις. Να θέλεις να γκρεμίσεις τους περιορισμούς, τους τοίχους του, όταν αυτοί σε στριμώχνουν.
* Σήμερα τόσο η ιδιαίτερη πατρίδα σας όσο και η Ελλάδα βιώνουν τις σκληρές συνέπειες της κρίσης. Πώς αντιμετωπίζετε συναισθηματικά το γεγονός ότι, παρά τους ιστορικούς περισπασμούς που μεσολάβησαν, "καλαμαράδες" και "Κυπραίοι" μοιραζόμαστε για άλλη μια φορά την ίδια τύχη, βράζοντας στο ίδιο καζάνι;
Εδώ έζησε ο κόσμος για δεκαετίες με τον μύθο «οι Κύπριοι έχουν λεφτά». Είναι ένας από τους πολλούς αγαπημένους μύθους, με τους οποίους μας αρέσει να ζούμε. Εξαιτίας του έφαγα πολύ κράξιμο όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα για σπουδές. Οι Κύπριοι ήταν αυτοί που έτρωγαν τα χρήματα των Ελλαδιτών, αυτοί που έπαιρναν τις θέσεις τους στα πανεπιστήμια, αυτοί που μετά την εισβολή ερχόντουσαν να εργαστούν εδώ παίρνοντας τις δουλειές από τους ντόπιους, όσο ντόπιοι ήταν οι Αθηναίοι τέλος πάντων. Είμαστε ρατσιστές απέναντι στο πετσί μας το ίδιο, πώς να μην είμαστε με τους ξένους; Τώρα αντιστράφηκαν οι όροι: Ελλαδίτες φοιτητές σπουδάζουν στο κυπριακό πανεπιστήμιο, ενώ κατά χιλιάδες πηγαίνουν για να εργαστούν στο νησί -και είναι (σωστά, βέβαια) ευπρόσδεκτοι, παρά την ανεργία που μαστίζει τον ντόπιο πληθυσμό. Και τελικά, το εδώ τραπεζικό και κρατικό σύστημα, αφού ρούφηξε τη ζωή των Ελλήνων πολιτών, ρουφά, με τη συμβολή των εκεί τραπεζιτών και κρατούντων, και τον μόχθο των Κυπρίων, αποδυναμώνοντας για άλλη μια φορά, αντί να στηρίξει, το πιο ευάλωτο μέρος του ελληνισμού, και βυθίζοντας ξανά τους αγαπητούς Κύπριους αδελφούς στο χρέος και την υπαρξιακή αβεβαιότητα. Περαστικά μας.
Πηγή: www.avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου